Προς διαχρονικά προβληματισμένους, εκατοστής τριακοστή όγδοης επιστολής, το ανάγνωσμα…

Θέμα: «Ό,τι δεν σε σκοτώνει…»

Το «Ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό», του Νίτσε φαντάζομαι είναι το μότο, η βαθιά πεποίθηση, η κινητήριος δύναμη όλων όσων σχεδίασαν το σχέδιο συντάξεων (και όχι μόνο), αλλά και όλων εμάς που το ανεχόμαστε. Να την σκληραγωγήσουμε θέλουμε λιγάκι την τρίτη ηλικία μας. Λίγο με τις συντάξεις, λίγο με τα νοσηλευτήριά μας, πολύ με την αδιαφορία μας. Όσους δεν σκοτώσει, σίγουρα θα γίνουν πιο δυνατοί.

Κατάλαβα για πρώτη φορά τι σημαίνει «συντάξεις πείνας», όταν τυχαία,  σε μια εκπομπή με την παρέμβαση του κοινού έγινα δέκτης πολλών, επαναλαμβανόμενων «πεινούμε». Αληθινά ειπωμένων. Με πόνο ψυχής. Διακοπτόμενα από λυγμούς απελπισίας. Τότε σαν μετά από χαστούκι συνειδητοποίησα τα χάλια της κοινωνίας μας. Την περιχαράκωση του καθενός από εμάς σε ατομικό επίπεδο αλλά και της κοινωνίας μας σε συλλογικό στους μικρόκοσμους της δήθεν ζωής μας.

Πεινά η τρίτη ηλικία. Η οποία δεν είναι κάτι αόριστο , απροσδιόριστο και γενικό. Δεν είναι απλώς αόριστα μια ευάλωτη ομάδα την οποία ενίοτε θυμόμαστε να αναφέρουμε και να δηλώσουμε πως πρέπει να την στηρίξουμε. Τους βάλαμε ταμπέλα και τους τσουβαλιάσαμε. Η τρίτη ηλικία η οποία δηλώνει πως «πεινά» είναι, αν είσαι μέχρι 20 και κάτι, οι παππούδες και οι γιαγιάδες σου, αν είσαι σαράντα και βάλε, οι γονείς σου, αν είσαι ακόμη πιο πάνω μάλλον σύντομα και εσύ.

Είναι εκείνοι που έζησαν, πάλεψαν, έκτισαν, δούλεψαν, πολέμησαν, σπούδασαν και πάντρεψαν παιδιά, βάφτισαν εγγόνια, χαρτζιλίκωσαν εφήβους. Τώρα, εκτός παραγωγής πια, αν είναι τυχεροί, έχουν οικογένεια, μισθοσυντηρούμενη  ή καλοβολεμμένη, στηριγμένη στους δικούς τους πρωτίστως κόπους ή και κληροδοτήματα, να τους στηρίξει. Αν όχι, παλεύουν,  με τις συντάξεις πείνας που το κράτος τους δίνει για ευχαριστώ στα όσα πρόσφεραν, να επιβιώσουν.

Δεν θα σταθώ στο πόσα παίρνουν για όσα δούλεψαν, πρόσφεραν, θυσίασαν, μια ζωή γιατί, το σύστημα είναι σαφέστατα άδικο μιας και λειτουργεί καθαρά, και εκ προοιμίου, αντίθετα με τις πραγματικές ανάγκες σου. Χρειάζεσαι πολλά; Σου δίνει λίγα ή και ελάχιστά. Δεν το έχεις ανάγκη; Αδειάζει, για να σου δώσει την φουσκωμένη από τον νόμο, μονή ή διπλή σύνταξη, αφού προφανώς ήσουν εκεί την ώρα που ο νόμος και οι λεπτομέρειες του σχεδιάζονταν. Γιατί κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι σίγουρα να δίνεις σε όλους τα ίδια αλλά να δίνεις τα πολλά σε εκείνους που τα χρειάζονται και σίγουρα δεν είναι να τα δίνεις χοντρά σε εκείνους που έχουν περισσότερα.

Το επίπεδο μιας κοινωνίας λένε, κρίνεται από το πώς φέρεται στην τρίτη ηλικία. Γιατί; Μα γιατί εκεί μετρά η ανιδιοτέλειά της. Δίνεις χωρίς πια να περιμένεις να πάρεις πίσω. Δίνεις καθαρά από σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Δίνεις γιατί σε εκείνη οφείλεις την παρουσία σου αλλά και την ουσία σου.

Να πω πως το επίπεδο μας είναι στα πατώματα; Δεν ξέρω, αλλά η κραυγή απελπισίας έτσι με έκανε να νιώσω. Τα «περήφανα γηρατειά» σαφέστατα τα έχουμε εξαθλιώσει όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, με τα νομοθετήματα, την αδιαφορία και την απάθειά μας.

Αχ βρε παππού, που η ευχή σου ήταν πάντα: «Καλά υστερινά κόρη μου. Καλά υστερινά»

Αντρέα, Γεωργία, Ιωάννα, Μαρία, Κώστα, Έλενα, ανάμεσα στο τρέξιμο των παιδιών και της καριέρας, ανάμεσα στις κοινωνικές υποχρεώσεις, το γυμναστήριο, τα δείπνα με φίλους, τις βραδινές εξόδους , να θυμάστε τη μαμά και των μπαμπά  που έχουν πάρει πια σύνταξη, μπορεί και να μην είναι πείνας. Είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία κλεισμένοι στη μοναξιά του σπιτιού και της αδράνειας, του κενού των υποχρεώσεων, αφού εσείς πλέον δεν τους χρειάζεστε. Σας έστρωσαν με ροδοπέταλα τους δρόμους της ζωής σας. Ήταν δίπλα σας στα δύσκολα. Ήταν εκεί και στις χαρές σας. Περήφανοι για όσα- με την καθοριστική βοήθειά τους- πετύχατε. Σας το θυμίζω γιατί έχουμε όλοι μας την τάση να ξεχνούμε όσους μας ευεργέτησαν και με αλαζονεία να πιστεύουμε πως όσα πετύχαμε μόνοι μας τα πετύχαμε.

Μικρέ Ιωάννη, μικρή Ιόλη, νεαρέ Ιάσωνα, έφηβη Νεφέλη, τον παππού και τη γιαγιά να τους θυμάστε κάθε μέρα. Ειδικά τώρα που ενάμιση χρόνο και,  είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους, στα καταφύγιά τους,  και παίζουν κρυφτό με τον αόρατο εχθρό. Σαν να μην έφταναν όλα τα υπόλοιπα, η πανδημία τους έβαλε στο μάτι. Τους στέρησε παιδιά και εγγόνια. Φίλους αγαπημένους. Στερήθηκαν τις αγκαλιές και τα φιλιά μας. Για το καλό τους. Μα η ψυχή τους μόνο ξέρει πόσο δεν το καταλαβαίνει αυτό το καλό.

Ευχαριστώ μάμα, ευχαριστώ παπά, ευχαριστώ παππού, ευχαριστώ γιαγιά, ευχαριστώ κ. Γιάννη που δεν έκανες οικογένεια, ευχαριστώ κ. Αγλαΐα που μένεις μόνη και έρημη στο σπίτι του συνοικισμού. Ευχαριστώ. Για όλα!

Υπογραφή

Ο Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων

Υ.Γ.1 : 1η Οκτωβρίου. Παγκόσμια Μέρα Τρίτης Ηλικίας

Υ.Γ. 2: Πότε επιτέλους το κράτος θα αναλάβει τις ευθύνες του;