Για μια κλέφτρα, μια ιστορία θα σας πω. Δεν ξέρω αν έτυχε να την ακούσετε.
Υπάρχουν κλέφτες και κλέφτρες. Άντρες και γυναίκες. Αγόρια και κορίτσια. Από διάφορες χώρες του κόσμου. Όλων των ηλικιών. Κάποιοι λατρεύουν τα παγωτά και άλλοι τα μισούν. Σε κάποιους αρέσει η θάλασσα και άλλοι προτιμούν βουνό. Κάποιοι κλέβουν χρήματα, άλλοι όνειρα, κάποιοι, πολύ σπάνια, μπορεί να κλέβουν γλυκά και φαγητά.
Μια από τις πολλές ιστορίες για κλέφτες θα μοιραστώ μαζί σας. Την ιστορία της διαβόητης κλέφτρας των βιβλίων. Όχι, δεν γεννήθηκε κλέφτρα. Έγινε κλέφτρα από ανάγκη.
Βλέπετε δεν μπορούσε να κοιμηθεί αν δεν είχε κάθε βράδυ ένα καινούριο βιβλίο κάτω από το μαξιλάρι. Όχι δεν είναι που φοβόταν το σκοτάδι. Ούτε που ανησυχούσε πως κλέφτες θα έμπαιναν στο σπίτι, εξάλλου ήταν μια από το συνάφι.
Ήθελε να ταξιδεύει. Άλλο ταξίδι κάθε βράδυ. Ήταν η Νεφέλη χιλιοταξιδεμμένη και κοσμογυρισμένη. Ξυπνούσε κάθε μέρα όλο και πιο σοφή. Η σοφία ξεχείλιζε από τα μπατζάκια της και επειδή δεν την έβλεπε κανείς τη μάζευαν τα μυρμήγκια. Δεν είναι τυχαίο που γίνονται και αυτά όλο και πιο σοφά.
Τα βιβλία ήταν τα ταξίδια. Και ήξερε η Νεφέλη πως κανένα ταξίδι δεν κοστίζει δέκα ευρώ μόνο. Αρνιότανε λοιπόν πεισματικά να τα πληρώσει στην εξευτελιστική αυτή τιμή.
Δεν μπορούσε ούτε και να τα δανειστεί. Ήθελε να τα κρατά κοντά, σε απόσταση αναπνοής. Ήταν τα ταξίδια της. Τα κατάδικά της ταξίδια. Δεν ήθελε να είναι δανεικά. Σε κάθε ανάγνωση ένωνε κομμάτια ψυχής Κομμάτι δικό της μέσα στο βιβλίο. Κομμάτι του βιβλίου μέσα στην καρδιά της.
Έτσι, λοιπόν, κάθε μεσημέρι, αμέσως μετά το σχολείο, έμπαινε μεταμφιεσμένη σε ένα βιβλιοπωλείο, ή σε κάποια βιβλιοθήκη, άλλο κάθε φορά. Τα είχε μετρήσει ένα-ένα. Πενήντα βιβλιοπωλεία στη πόλη της – μεγάλα, μέτρια, μικρά – και δυστυχώς, βιβλιοθήκες μόνο δυο. Έκρυβε το βιβλίο κάτω από τον μανδύα τον λευκό- τον φορούσε χειμώνα -καλοκαίρι- και έφευγε σιωπηλή με βλέμμα χαμηλωμένο και σεμνό. Και ούτε γάτα, ούτε ζημιά! Όλοι έλεγαν τι κορίτσι ντροπαλό!
Στο δωμάτιό της — στοίβες. Βιβλία παντού. Μόλις που χωρούσε ένα κρεβάτι τόσο δα να κοιμηθεί. Έδιωξε τα περιττά. Ρούχα. Παπούτσια. Ηλεκτρονικά. Δεν τα χρειαζόταν πια.
Πάντα κυκλοφορούσε με ένα βιβλίο στο χέρι. Κάθε μέρα άλλο. Στην αρχήόλοι την φώναζαν το κορίτσι με τα βιβλία. Ύστερα φυσικά, χωρίς να το καταλάβει, έγινε το κορίτσι των βιβλίων.
Και τότε… ένα βράδυ, εφιάλτης μέγας και τρανός την επισκέφτηκε. Της κτύπησε την πόρτα. Έκπληξη μεγάλη! Με βιβλίο κάτω από το μαξιλάρι, εφιάλτη δεν είχε συναντήσει μέχρι τότε στον ύπνο της ποτέ. Βλέπετε τα βιβλία είναι σπουδαίοι εξολοθρεφτές εφιαλτών.
Ο εφιάλτης της σίγουρα προερχόταν από την πολύ-βιβλιο-φαγία. Μάλλον είχε βαρυστομαχιάσει από το πολύ διάβασμα. Φυσικό ήταν λοιπόν να την επισκεφτεί εφιάλτης. Και μάλιστα… ο συγκεκριμένος:
Έπεφτε. Έπεφτε. Έπεφτε. Λέξεις την τύλιγαν. Σαν σκοινιά. Την σκέπαζαν σεντόνια από χαρτιά λευκά.
Άνοιξαν μπροστά της πόρτες. Πόρτες από εξώφυλλα βιβλίων. Χωρίς χερούλια. Έμπαινε και δεν μπορούσε να βγει ξανά.
Χανόταν σε πολύπλοκους λαβυρίνθους. Ένας κόσμος γεμάτος φως εκτυφλωτικό. Τόσο που δεν έβλεπες καθαρά.
Ήρωες παντού. Την κοίταζαν. Καχύποπτα. Λέξεις παντού. Φωνές.
«Τι κάνεις εσύ εδώ;» «Δεν ανήκεις στον κόσμο μας.» «Δεν είσαι μια από εμάς.» «Μπορείς να έρχεσαι αλλά για λίγο. Όχι για πάντα!» «Δεν μπορείς να μείνεις!» «Μην μας κλέβεις τη ζωή.» «Βρες τον δικό σου δρόμο. Αυτός είναι δικός μας» «Κάνε κάτι με τη ζωή σου!» «Άντε, ξεκόλλα!» «Έλεος… βρες μια ζωή!»
Βιβλία-ποτάμια. Βιβλία-δέντρα. Βιβλία-ουρανοί.
Περπατούσε. Διάβαζε. Άκουγε. Κοιμόταν βαθιά. Όλο και πιο βαθιά. Όπως την ωραία κοιμωμένη.
Και τότε, μέσα στον βαθύ της ύπνο, μέσα στον τρομακτικό της εφιάλτη, κατάλαβε! Δεν έκλεβε βιβλία. Έκλεβε τη ζωή που δεν είχε! Ο Πρίγκιπας- Βάτραχος τη φίλησε και …ξύπνησε.
Ήξερε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει. Θα επέστρεφε τα κλοπιμαία. Κάθε μέρα και ένα βιβλίο. Από το σημείο ακριβώς που το πήρε.
Το δωμάτιο της άδειαζε σιγά- σιγά. Μα η ζωή της… γέμιζε. Όταν το βιβλίο έφτανε στον προορισμό του δεν της έπαιρνε πίσω το κομμάτι του που είχε χαρίσει στην καρδιά και στο μυαλό της.
Κατάλαβε: είναι αρκετό να το διαβάσεις το βιβλίο. Δεν πρέπει και να το έχεις. Το κουβαλάς μέσα σου.
Μετά μπήκε στη βιβλιοθήκη. Όχι πια ως κλέφτρα βιβλίων. Δεν ήταν μεταμφιεσμένη.
«Μπορώ να δανειστώ ένα βιβλίο;», ρώτησε ντροπαλά.
«Είσαι το κορίτσι των βιβλίων!» της είπε η βιβλιοθηκονόμος. «Σε αναγνώρισα!»
Δανείστηκε ένα βιβλίο. Το κράτησε τρυφερά. Δεν ήταν πια η κλέφτρα βιβλίων.
Ήταν η Νεφέλη. Το κορίτσι των βιβλίων. Εκείνη που αγαπούσε τις ιστορίες και τις λέξεις.
Σας διαβεβαιώνω πως η ιστορία μας αυτή, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Πώς το ξέρω; Μα απλούστατα…εγώ είμαι η κλέφτρα αυτή.