Δηλώνω βαθύτατα απογοητευμένος. Γιατί; Μα γιατί τελικά όσο και αν το παλεύουμε με τη διαφθορά δεν φαίνεται να κάνουμε τη διαφορά και ας απέχουν μόνο ένα Θ (ήτα) που έχει να κάνει με τα θέλω μας. Με τις αξίες και τους στόχους μας.
Δεν μας φταίει η Λίστα Γιωρκάτζη. Ούτε καν το σκάνδαλο των Χρυσών Διαβατηρίων. Ούτε η συστηματική διαπλοκή. Ούτε η κατάχρηση εξουσίας. Όσα θεσμικά πλαίσια και σχέδια δράσης και αν γίνουν δεν θα κάνουν τη διαφορά αν δεν το Θελήσουμε πραγματικά. Κανένα πακέτο μέτρων σε όποια εθνική στρατηγική (μα από το 2017;) και αν στηρίζεται δεν θα δουλέψει. Κανένα εμβόλιο, δεν θα οδηγήσει σε πληθυσμιακή ανοσία. Το πρόβλημα δεν αφορά δυστυχώς μερικούς πολιτικούς, κάποιους λογιστές και μια ντουζίνα δικηγόρους. Δεν έχει να κάνει ούτε με χαριστικά δάνεια, ούτε με διαγραμμένα δάνεια ούτε με μη εξυπηρετούμενα στα οποία οι τράπεζες κλείνουν ντα μάτια. Κανένας, όσα και αν καταγγείλει για τον οποιοδήποτε, δεν θα κάνει μόνος του (δυστυχώς) τη διαφορά.
Γιατί απλούστατα η Διαφθορά δεν αφορά πλέον τους λίγους αλλά την ίδια την κοινωνία και τον τρόπο με τον οποίο ως άτομα και ως ομάδες υπάρχουμε και συνυπάρχουμε. Σε σχέσεις σχεδόν παρασιτικές. Με αλληλοεξυπηρετήσεις και αναξιοκρατία. Μην παρεξηγηθώ. Εννοείται πως κάθε διαφθορά και κάθε διαπλοκή οφείλει και να ξεσκεπάζεται και να τυγχάνει άμεσης διερεύνησης και οι ένοχοι να τιμωρούνται αυστηρά και πάραυτα, μακριά από κάθε μορφή ασυλίας. Με την παρούσα δήλωσή μου απλούστατα υποστηρίζω πως η γάγγραινα πάει ακόμη πιο βαθιά. Το γνωστό «μόνον η πούγκα μας» φαίνεται να μας έχει υπερκαθορίσει ως σύγχρονη κυπριακή κοινωνία. Αλλιώς δεν μπορώ να εξηγήσω το τσουνάμι των απανωτών σκανδάλων με πρωταγωνιστές μάλιστα τους πλέον επιφανείς και καταξιωμένους. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα οικονομικά σκάνδαλα. Αναφέρομαι και στα θέματα κακοποίησης και στην ανικανότητα θεσμών και υπηρεσιών να παρέμβουν έγκαιρα και στην παιδεία που νοσεί και στην υγεία που αιμορραγεί και στη δικαιοσύνη που έπαψε να είναι τυφλή και στις ελεγκτικές υπηρεσίες που τις δημιουργήσαμε αλλά τις χρησιμοποιούμε κατά το δοκούν.
Λόγω της ηλικίας μου μπορώ να θυμηθώ και εποχές που δεν υπήρχαν ελεγκτικές υπηρεσίες, που τα νομοθετικά πλαίσια ήταν ανύπαρκτα, που τα δίκτυα προστασίας ήταν τρύπια, που η παιδεία λειτουργούσε με ένα βιβλίο και έναν δάσκαλο, που η υγεία νοιαζόταν και ας μην καλοπληρωνόταν. Όσο ελέγχουμε και προβλέπουμε, όσο νομοθετούμε και ετοιμάζουμε εθνικά σχέδια δράσης τόσο χειροτερεύουν τα πράγματα; Ή μήπως είναι απλώς η αίσθηση που αποκομίζουμε λόγω της κατασκευασμένης διαφάνειας στην οποία θεωρούμε πως συμμετέχουμε;
Το μόνο που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως πίσω από όλα κρύβεται η υπεραξία η οποία έχει αποδοθεί στο χρήμα και την οικονομική επιφάνεια ως μέτρο και μέσο καταξίωσης κοινωνικής και πολιτικής. Το χρήμα ήταν πάντα συνδεδεμένο με την εξουσία αλλά η σύνδεση είναι πλέον μονοδιάστατη και ο ομφάλιος λώρος τους αδυνατεί να κοπεί και ας δηλώνουμε με μία φωνή πως αυτή είναι η επιθυμία μας. Θα αρχίσω να πιστεύω πως ούτε το θέλουμε ούτε το προσπαθούμε επαρκώς.
Ίσως τελικά η μόνη αιτία να είναι ο άνθρωπος. Ο κάθε ένας από εμάς, πίσω από κάθε θέση εργασίας ή και εξουσίας. Η απαξίωση των αξιών, η υπεραξία που αποδόθηκε στο χρήμα και η έλλειψη πυξίδας για τον επαναπροσανατολισμό της πορεία μας.
Δεν ξέρω πόσο στραβός είναι ο γιαλός, γιατί και εκείνος στραβός είναι, αλλά σαφέστατα εμείς στραβά αρμενίζουμε. Κάθε τραγωδία (και έχουμε μπόλικες στις οποίες μπορούμε να αναφερθούμε) οφείλει να οδηγεί στην κάθαρση. Στην απαλλαγή από ό,τι ξένο ή βλαβερό. Πρέπει ως κοινωνία να εξαγνιστούμε. Η κάθαρση είναι όμως μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Για να επιστρέψουμε στις αξίες που μας καθορίζουν ως κοινωνία θα πρέπει να δούμε την αλήθεια στα μάτια και να παραδεχτούμε πως είμαστε μια βαθιά διεφθαρμένη κοινωνία. Πρέπει να θεραπεύσουμε την αιτία και όχι το σύμπτωμα. Όσο κτυπούμε απλώς τα συμπτώματα και δεν εστιάζουμε στην αιτία που τα προκαλεί τα αποτελέσματα θα είναι προσωρινά και επιφανειακά ενώ η διαφθορά θα βαθαίνει.
Τι θα μπορούσε να αποτελέσει το καθαρτήριό μας; Εδώ είναι το μέγα ερώτημα. Πώς να θεραπευτεί η ψυχή της βαθιά νοσούσας κοινωνίας μας; Μόνο με την επένδυση στο πνεύμα. Μέσα από τον αναστοχασμό και τον επανακαθορισμό των αξιών μας. Την απαξίωση του χρήματος και τη διεκδίκηση των πραγματικά σημαντικών. Ας στραφούμε στο βιβλίο (μέρες που είναι) και ας ανακαλύψουμε εκ νέου την αλήθεια για να μπορέσουμε μετά να αξιώσουμε την απαλλαγή από τη διαφθορά. Μόνο τότε ίσως αξιωθούμε να κάνουμε τη διαφορά.
Ο Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων
Υ.Γ.: Και να θυμάστε πως είναι τρομερός ο θυμός ενός λαού που μουρμουρίζει (Αισχύλος)