Την γνώρισα σε πολλούς ρόλους και σε πολλούς χώρους. Στην αρχή τη θεώρησα ολίγον περίεργη. Ανίκανη να συγκεντρωθεί σε ένα πράγμα. Άτομο χωρίς στόχους στη ζωή. Χωρίς μεγάλες προσδοκίες. Αδύναμη και ανίκανη. Άτομο που σπαταλούσε χρόνο σε τηλεφωνήματα χωρίς ουσιαστική σκοπιμότητα και συναντήσεις για καφέ χωρίς περιεχόμενο. Δεν θα έλεγα πως την συμπάθησα. Μάλλον τη λυπήθηκα. Ακόμη ένα χαμένο θαύμα σκέφτηκα. Ακόμη μια ύπαρξη που περιφέρει δεξιά και αριστερά το σαρκίο της χωρίς να οραματίζεται σκεφτόμουν.Χωρίς να πιστεύει σε θαύματα. Μέγα λάθος. Ομολογώ… Έβλεπα την επιφάνεια η οποία είναι σοβαρά παραπλανητική και στερεοτυπικά παρεξηγημένη.
Κάποιες από αυτές, γιατί ναι, τελικά δεν ήταν μία, ήταν φροντισμένες. Κάποιες ατημέλητες. Κάποιες μορφωμένες. Κάποιες αμόρφωτες. Κάποιες δυναμικές. Κάποιες ευαίσθητες. Κάποιες αγχώδεις. Κάποιες ψύχραιμες. Κάποιες περισσότερο φιλόδοξες. Κάποιες ήταν γυναίκες της αναμονής και κάποιες άλλες γυναίκες την πορείας, του δρόμου, της δικεδίκησης. Ήταν όμως όλες γυναίκες.
Και μετά ξημέρωσε μια μέρα και μπήκε στην πόλη, στο σπίτι, στην οικογένεια, ο αόρατος εχθρός. Και συνέχισα να παρατηρώ. Με βαθιά αδιακρισία. Το ομολογώ
Το μόνο που κατάλαβα στα σίγουρα από την παρατήρησή μου είναι πως εκείνο που τις ένωνε δεν ήταν μόνο το φύλο, το οποίο ενίοτε δεν ήταν και η προταρχική τους ταυτότητα, αλλά μια σειρά από άλλα μικρά ή μεγαλύτερα που έφτιαχναν όλα μαζί το puzzle την διαχρονικής ιστορίας του φύλου τους στην πάροδο των χρόνων. Μια σειρά από πράγματα τα οποία άσχετα από την πρόοδο του φεμινιστικού κινήματος, εξακολουθούν να τις αφορούν απόλυτα:
Η απώλεια θέσεων εργασίας στην οποία το φύλο τους είναι διαχρονικά πιο ευάλωτο. Η οικονομική στενότητα, την οποία καλούνταν να διαχειριστούν για να μπορέσουν να έχουν πάντα φαγητό στο τραπέζι, καθώς το φαγητό κατά κανόνα και στερεοτυπικά είναι δική τους υπόθεση αν εξαιρέσουμε σουβλάκια, σούβλα, κλέφτικο (που είναι για συνάξεις, γλέντια και πανηγύρια). Τα παιδιά και την εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση (και αυτό δικό τους, είναι μάνες βλέπεις) που κάνει σαφέστατα τα νεύρα τους σπαράλια καθώς πλέον πρέπει να γίνουν έξπερτ και στην τηλεδιάσκεψη για την σύγχρονη εξ’ αποστάσεως για να μην αναφέρω την τηλεργασία που πρέπει να υλοποιούν (σε περίπτωση που δεν έχουν απώλεια εργασίας)… με το ένα αυτί στο παιδί της Δημοτικής που δεν ξέρει, το άλλο στο λυκειόπαιδο, που δεν θέλει ενώ δεν έχει τρίτο για το νήπιο που δεν ξέρει τι θέλει αλλά αρνείται να πάει στον παιδικό αφού οι άλλοι όλοι είναι μαζεμένοι στο σπίτι.
Και αυτές εννοείται είναι οι καλές περιπτώσεις που εντόπισα. Γιατί υπάρχουν και γυναίκες της αναμονής που κουρασμένες από τη βία – λεκτική ή σωματική- αυξημένη σαφέστατα στις μέρες του υποχρεωτικού εγκλεισμού, καταθλίβονται παρατημένες από κάθε όνειρο. Γυναίκες που επιβιώνουν καθημερινά μέρα με τη μέρα στα όρια της ανυπαρξίας. Χωρίς στήριγμα αφού η γειτόνισσα του καφέ, η φίλη της βόλτας, η μάνα της απαντοχής είναι κλεισμένες η καθεμιά στο δικό της κρυσφήγετο και πολεμά τον αόρατο εχθρό, αν φυσικά έχουν καταφέρει να επιβιώσουν από όλους τους ορατούς.
Γιατί ο εγκλεισμός θέλει ισορροπία και σχέσεις υγιείς και την πολυτέλεια να μην ανησυχείς για την επιβίωση και ένα υποστηρικτικό κύκλο ουσιαστικών σχέσεων που θα είναι δίπλα σου έστω από μακριά. Θέλει ο υποχρεωτικός εγκλεισμός ψυχική ισορροπία, δύναμη ψυχής, ικανότητα προγραμματισμού για το αύριο, βαθιά πίστη στο ότι και αυτό θα περάσει και υπόμονη- τόνους υπομονής- για να πιστέψεις στο «αύριο ξημερώνει μια άλλη μέρα», στο περαστικό της δυσκολίας. Μια πίστη που εύκολα την βρίσκεις αν είναι μόνη η δυσκολία. Αν είναι μία. Μονήρης.
Έλα όμως που τα τραύματα γίνονται μαγνήτες και τραβούν το ένα εμπόδιο μετά το άλλο; Και μετά, η μία δυσκολία μετά την άλλη, γίνονται κρίκοι αλυδίδας που σε παγιδεύει και σε πνίγει. Και έρχεται, κερασάκι στην τούρτα, και η απελπισία που σε βουλιάζει στα πιο βαθιά.
Υπάρχει ελπίδα; Φυσικά. Και κρύβεται στην βαθιά αγάπη για τα παιδιά και τους ευάλωτους γονείς της. Στην έμφυτη αισιοδοξία που αν την πότιζε καλά, θα υπάρχει ακόμη ο σπόρος και θα ξανανθίσει. Κυρίως όμως κρύβεται στη δύναμη του ποια είναι, στη δύναμη του φύλου της, η οποία κτίστηκε σιγά σιγά, γενετικά, κοινωνικά, ιστορικά. Στο πέρασμα του χρόνου, στις χιλιετίες στις οποίες πάλευε και επιβίωνε στα δύσκολα. Στη δύναμη της γέννας και στο θαύμα της ζωής που βίωνε. Στην ικανόητα προσαρμογής, στην οποία ο Δαρβίνος σαφέστατα θα υποκλινόταν.
Νέος τρόπος ζωής; Θα προσαρμοστεί. Νέες ευθύνες; Αντέχει. Απώλεια εργασίας; Δεν είναι η πρώτη φορά. Βία; Θα ορθώσει το ανάστημα. Πολλαπλές δυσκολίες; Μαθημένα τα βουνά απ΄τα χιόνια. Έχει εξάλλου τις μνήμες της δικής της μάνας, της γιαγιάς της μαντιλοφορούσας, που πέρασαν δυσκολίες και επιβίωσαν. Πολέμους. Φτώχιες. Απώλειες. Στάθηκαν όμως στυλοβάτες της οικογένειας. Θεμέλιο σταθερό της κοινωνίας. Πολύ βαρύ; Όντως. Μπορούν; Σαφέστατα.
Φτάνει να θυμάται πως η ίδια εξακολουθεί να είναι ένα θαύμα που δεν έχει χαθεί και πως, όπως λέει και ο Χόρχε Μπουκάι, «Και αυτό θα περάσει»
Ο Ρομπέν των Χαμένων Θαυμάτων
Υ.Γ. 1 : Ο εγκλεισμός ο υποχρεωτικός, ξανακλείνει τις γυναίκες στο σπίτι, πίσω από κλειστές πόρτες, και ναι, οφείλει το κράτος να φροντίζει, να νοιάζεται, να ενισχύει με όλες τις υποστηρικτικές δομές.
Υ.Γ. 2: Ο εγκλεισμός, ας γίνει ευκαιρία για αναστοχασμό και επαναπροσανατολισμό της κοινωνίας. Για να γίνει όμως πρέπει το φορτίο να είναι τόσο όσο αντέχει η γυναίκα. Αν δεν το αντέχει, να ξεφορτώσει παρακαλώ και να το μοιραστεί. Δεν της ανήκει όλο. Υπάρχουν τρόποι. Υπάρχουν θεσμοί. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν και νοιάζονται.